Όλα για τους κατοικίδιους φίλους μας

Εκπαίδευση σκύλων: Η σύγχρονη οπτική

kostopoulosΜε το σκεπτικό ότι ο μέσος ιδιοκτήτης σκύλου είναι αδύνατο να έχει τις γνώσεις για να αξιολογήσει καταστάσεις, το βάρος πέφτει σχεδόν αποκλειστικά στον επαγγελματία, στις γνώσεις του, την ηθική του και το επίπεδο ζωοφιλίας του.

Μετά από σχεδόν 30 χρόνια καριέρας ως επαγγελματίας εκπαιδευτής σκύλων έχω δει σχεδόν όλα τα «σενάρια» στη σχέση ιδιοκτήτης-σκύλος-εκπαιδευτής να επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά. Άλλες φορές με ευτυχή κατάληξη, άλλες με λιγότερο.

Γενικεύοντας, θα λέγαμε ότι οι επαγγελματίες εκπαιδευτές ασπάζονται μία από τις δύο επικρατέστερες θεωρίες, την αντίστοιχη «φιλοσοφία» που συνοδεύει την κάθε μία και το αντίστοιχο σύστημα εκπαίδευσης.

Οι δύο θεωρίες

Όλα τα παλιότερα βιβλία και οι ειδικοί πάσης φύσεως ερμήνευαν τον σκύλο (Canis Familiaris) μέσα από το πρίσμα ότι αυτός αποτελεί άμεσο απόγονο του γκρίζου λύκου (Canis Lupus Lupus). Άρα ως «γνήσιος απόγονος» του λύκου ο σκύλος έχει φυσικά την ίδια «φύση» με τον λύκο, την ίδια συμπεριφορά. Επομένως, προκειμένου να κατανοήσουμε και εκπαιδεύσουμε τον σκύλο, δεν μένει παρά να μελετήσουμε και κατανοήσουμε τη συμπεριφορά του λύκου, από τον οποίο προέρχεται.
Αυτό το σκεπτικό, το οποίο σήμερα πλέον έχει καταρριφθεί, οδήγησε δυστυχώς γενιές επιστημόνων και εκπαιδευτών σε έναν τρόπο ερμηνείας του σκύλου, ο οποίος εκτός των άλλων αποδείχθηκε επιζήμιος για τον σκύλο και τη σχέση του με τον άνθρωπο, λόγω των αυστηρών μεθόδων εκπαίδευσης που εφαρμόστηκαν από κάποιους.
Ακόμα και στην Αμερική που προηγείται σε θέματα μελέτης συμπεριφορών ζώων και μεθόδων εκπαίδευσης τους, αυτή την θεωρία διδάχθηκα και εγώ πριν 30 χρόνια στη σχολή εκπαιδευτών σκύλων που φοίτησα. Και αυτή τη θεωρία αποτύπωνα σε πελάτες και άρθρα μου του παρελθόντος.
Και είναι γεγονός ότι αυτή η παλιά θεωρία ακόμα επιζεί και έχει πολλούς ένθερμους υποστηρικτές στους κύκλους των επαγγελματιών εκπαιδευτών σκύλων, για διάφορους λόγους.
Η επιστημονική κοινότητα όμως των βιολόγων, αρχαιολόγων, ψυχολόγων,συμπεριφοριστών και άλλων ειδικών έχει προχωρήσει σε επαναστατικές νέες θεωρίες που αφορούν λύκο και σκύλο την τελευταία εικοσαετία. Οι θεωρίες αυτές σχεδόν ανατρέπουν τα πάντα: ο σκύλος δεν αποτελεί άμεσο απόγονο του λύκου, ο λύκος δεν είναι ζώο κοινωνικής ιεραρχίας, λύκος και σκύλος έχουν μεγάλες και θεμελιώδεις διαφορές…
Οι θεωρίες αυτές με τη σειρά τους έχουν επηρεάσει μεγάλη μερίδα των σύγχρονων εκπαιδευτών σκύλων, με αποτέλεσμα να υιοθετούν πλέον άλλο σκεπτικό, προσέγγιση και σύστημα εκπαίδευσης, το λεγόμενο σύστημα Θετικής εκπαίδευσης.

Η παλιά θεωρία

Ο σκύλος έχει τον ίδιο αριθμό χρωμοσωμάτων με τον λύκο (78 ζεύγη), αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι είναι το ίδιο ουσιαστικά είδος, άρα με την ίδια συμπεριφορά και ψυχολογία. Ο λύκος είναι αγελαίο ζώο, ζει δηλαδή τη ζωή του σε κοινωνικές ομάδες/αγέλες, στις οποίες υπάρχει μία αυστηρά καθορισμένη ιεραρχία μεταξύ των μελών, προκειμένου να διατηρηθεί η ισορροπία και η επιβίωσή τους. Και σαφώς υπάρχει ένας αρχηγός (Alpha male – Alpha female), που είναι υπεύθυνος/η για τις αποφάσεις, την καθοδήγηση της αγέλης στην εξεύρεση τροφής και σύλληψη της λείας. Μάλιστα μόλις έρθει η ώρα του φαγητού, τα ανώτερα μέλη στην κοινωνική ιεραρχία θα τραφούν πρώτα, προκειμένου να διατηρηθούν στη ζωή, ως «πολυτιμότερα» στην επιβίωση της αγέλης.
Άρα, τι είναι ο σκύλος, ως απόγονος του λύκου; Ένα ζώο «προγραμματισμένο» να κυριαρχήσει ή να κυριαρχηθεί. Και η σχέση μας μαζί του; Μία σχέση, όπου ο άνθρωπος πρέπει να «πάρει το πάνω χέρι», να κυριαρχήσει τον σκύλο, αν θέλει η σχέση μεταξύ τους να είναι σχέση σεβασμού και χωρίς προβλήματα. Άρα και η εκπαίδευση του σκύλου πρέπει να είναι μία εκπαίδευση κυριάρχισης και επιβολής, προκειμένου να έχουμε τον σεβασμό του σκύλου, άρα και τη σωστή συμπεριφορά του.
Στην πράξη όμως αυτό οδήγησε μεγάλη μερίδα εκπαιδευτών παγκοσμίως σε μεθόδους εκπαίδευσης με ψυχική και σωματική βία προς τους σκύλους, καταπίεση και εκφοβισμό. Επί δεκαετίες. Και αυτό μεταφράζεται σε εκατοντάδες χιλιάδες ψυχικά ή/και σωματικά κακοποιημένους σκύλους.
Ακόμα και μέχρι πρόσφατα, γνωστός εκπαιδευτής-τηλεοπτικός αστέρας στην αμερικανική τηλεόραση δοξάζονταν από εκατομμύρια θαυμαστών για να κάνει ουσιαστικά τι; Να επισκεφτεί σπίτια ανθρώπων με σκύλους που παρουσιάζουν διάφορα προβλήματα συμπεριφοράς, να εκφοβίσει τους σκύλους (οι οποίοι ανταποκρίνονται συχνά εντυπωσιακά καλά όταν ένας άγνωστος εισβάλλει στο χώρο τους, τους πονέσει ή εκφοβίσει) και να φύγει με τιμές και δόξες…
Το «σπάσιμο του τσαμπουκά» (έκφραση που από μόνη της χαρακτηρίζει μία συγκεκριμένη τάση) θεωρείται σήμερα από τη σύγχρονη εκπαιδευτική κοινότητα τακτική αντιεπιστημονική, λανθασμένη, επιβλαβής για τους σκύλους, τραυματική για τη σχέση μας μαζί τους και συχνά επικίνδυνη για τον άνθρωπο. Οι τεχνικές της, ακόμα και αν καταφέρουν να εκφοβίσουν και φαινομενικά «υποτάξουν» ή «εκπαιδεύσουν» ένα στα δέκα σκυλιά, τα υπόλοιπα εννέα όταν πιεστούν, απειληθούν ή κακοποιηθούν θα επιτεθούν στον οποιονδήποτε προσπαθήσει να εφαρμόσει τις τεχνικές επάνω τους. Απλό ένστικτο προστασίας και αυτοσυντήρησης. Και καταλαβαίνει κανείς τι σημαίνει αυτό για την ανθρώπινη σωματική ακεραιότητα, την ψυχολογία του ζώου, αλλά και για την σχέση σκύλου-ανθρώπου.

Ίσως σε κάποιους η πιο πάνω θεωρία εξακολουθεί να ακούγεται σωστή και λογική. Όπως και η ιδέα της κυριάρχισης του ανθρώπου στον σκύλο. Ας δούμε όμως τι πρεσβεύει και η άλλη θεωρία…

Η νέα θεωρία

Σύμφωνα με νέα επιστημονικά συμπεράσματα:

Ο σκύλος ΔΕΝ είναι άμεσος απόγονος του λύκου. Λύκος και σκύλος μοιράζονται απλά ένα κοινό πρόγονο πριν από περίπου 20.000 χρόνια. Ο τότε πρόγονος του λύκου (καθότι και ο λύκος έχει μία εξελικτική πορεία μέσα στις χιλιετίες για να φτάσει στη σημερινή μορφή του), ένα σαρκοφάγο θηλαστικό της οικογένειας των Κυνίδων (Canidae), ακολούθησε δύο τελείως διαφορετικές πορείες. Η μία οδήγησε μέσα στις χιλιετίες στον σημερινό λύκο και η άλλη στον σημερινό σκύλο.
Όταν το ανθρώπινο είδος της εποχής άρχισε να έχει σταθερότερο τόπο διαμονής και να εισέρχεται σταδιακά στην αγροτική περίοδο της ιστορίας του (που σήμαινε μόνιμο τόπο διαμονής και καλλιέργεια της γης) ο πρόγονος του λύκου διαπίστωσε ότι άρχισε να υπάρχει μία εύκολη και μονιμότερη «δεξαμενή τροφής», προερχόμενη από τα αποφάγια και τα υπολείμματα των ανθρώπινων καταυλισμών. Σε σχέση με την αβεβαιότητα και τη δυσκολία κυνηγιού θηραμάτων, αυτή η νέα προοπτική εξασφάλιζε μεγαλύτερο ποσοστό επιβίωσης. Αυτό όμως σήμαινε και υποχρεωτική διαβίωση σε κοντινή απόσταση με το ανθρώπινο είδος και μεγαλύτερη ανοχή στο ίδιο του το είδους, λόγω του συνωστισμού που επέβαλαν οι νέες συνθήκες διαβίωσης γύρω από τους ανθρώπινους καταυλισμούς. Έτσι ο πρόγονος του λύκου σταδιακά διαχωρίστηκε: τα άτομα με λιγότερο φόβο προς τον άνθρωπο και μεγαλύτερη ανοχή σε αυτόν, αλλά και στο είδος τους, άρχισαν να παραμένουν κοντά του, βασίζοντας την επιβίωσή τους σε αυτόν, και φυσικά να αναπαράγονται μεταξύ τους. Ενώ τα άλλα άτομα που δεν διέθεταν τα ιδιοσυγκρασιακά χαρακτηριστικά της ανοχής, της κοινωνικότητας και της έλλειψης φόβου στο ξένο έμειναν στα δάση και συνέχισαν τον αυτόνομο τρόπο επιβίωσής τους μέσω του κυνηγιού. Σταδιακά δύο πληθυσμοί ζώων άρχισαν να υπάρχουν, παράλληλοι για χιλιετίες και σε διαφορετικές τοποθεσίες της γης: ο άγριος και αυτός της σταδιακής αυτο-εξημέρωσης, μέσω της γειτνίασης και εξάρτησης από το ανθρώπινο είδος. Ο πρώτος πληθυσμός οδηγήθηκε μέσω των χιλιετιών στον σημερινό λύκο. Ο δεύτερος στον σημερινό σκύλο.
Συνοπτικά η πορεία: κάθε νέα γενεά αποτελούνταν από όλο και πιο ανεκτικά / εξημερωμένα ζώα, που επιπλέον δεν χρειάζονταν την ικανότητα να κυνηγούν για να ζήσουν, αφού εξαρτιόνταν από το ανθρώπινο είδος. Η εξημέρωση επιφέρει σταδιακά μία σειρά από βιοχημικές αλλαγές στους θηλαστικούς οργανισμούς, σχετιζόμενες με τη σεροτονίνη και άλλες ορμόνες, οι οποίες με τη σειρά τους επηρεάζουν και την εξωτερική εμφάνιση των οργανισμών (πείραμα Belayev, 1950). Έτσι λοιπόν έχουμε τη σταδιακή δημιουργία ενός είδους με όχι μόνο διαφορετικά ιδιοσυγκρασιακά, αλλά και εξωτερικά χαρακτηριστικά. Φυσικά στην πορεία της εξέλιξης και ο άνθρωπος πλησίασε περισσότερο αυτό το ζώο για λόγους ψυχολογικούς, συναισθηματικούς και ωφελιμιστικούς (χρήση του ως προστασία ή βοήθεια στο κυνήγι). Και ακόμα αργότερα καθοδήγησε την αναπαραγωγή του, πάλι με ωφελιμιστικά ή / και αισθητικά κριτήρια. Έτσι λοιπόν φτάνουμε μέσα από χιλιετίες στον σύγχρονο σκύλο…
Και μένει σε εμάς να αποφασίσουμε τώρα πόση σχέση έχουν λύκος και σκύλος, όταν για 20.000 χρόνια οι πρόγονοι του ενός ζουν αποκομμένοι από τον άνθρωπο, ενώ οι άλλοι εξαρτώμενοι και σταδιακά εξημερωμένοι;
Και αν αποφασίσουμε ότι λύκος και σκύλος μικρή ή καθόλου σχέση έχουν, τότε η παλιά θεωρία που συσχέτιζε τα δύο αυτά είδη δεν έχει πλέον θέση στη νέα θεώρηση του σκύλου, της ψυχολογίας και συμπεριφοράς του. Ούτε και η θεωρία της «κοινωνικής ιεραρχίας».
Και οι απόψεις όμως που είχαμε για τον λύκο και τη συμπεριφορά του έχουν ανατραπεί. Για χρόνια πιστευόταν ότι ο λύκος ζει σε αγέλες, στις οποίες υπάρχει σαφής και αυστηρή κοινωνική ιεραρχία. Άρα ο λύκος είναι ένα ζώο με την αίσθηση και επιθυμία της κοινωνικής ιεραρχίας έντονα αποτυπωμένη στα γονίδιά του. Οι μελέτες έδειξαν ότι δεν είναι καθόλου έτσι. Οι πληθυσμοί των λύκων στους οποίους βασίστηκαν οι πρώτες μελέτες της συμπεριφοράς τους ήταν αιχμάλωτα ζώα, μη συγγενικά μεταξύ τους, τα οποία υπό το στρες του εγκλεισμού και της υποχρεωτικής συμβίωσης αντιδρούσαν αρκετά επιθετικά μεταξύ τους και με συχνές εκφράσεις συμπεριφορών κυριαρχίας – υποταγής. Όμως αυτό το μοντέλο δεν έχει καμία σχέση με τον πραγματικό τρόπο διαβίωσης και συμπεριφοράς του ελεύθερου λύκου στη φύση. Σε συνθήκες ελευθερίας οι λύκοι ζουν σε αγέλες-οικογένειες, συγγενικών μεταξύ τους ζώων. Το συνηθέστερο «μοντέλο» είναι οι γονείς με τα παιδιά τους που μεγαλώνουν και ενηλικιώνονται μαζί τους, ενώ συχνά βοηθούν στην ανατροφή της επόμενης γενεάς. Οι «αρχηγοί» είναι οι γονείς, λόγω ηλικίας και πείρας, ενώ σπανίως παρατηρείται επιθετικότητα ή «κυριαρχικότητα» μεταξύ των μελών. Ζουν αρμονικά, χωρίς επιθυμία ή ανάγκη επιβολής του ενός στον άλλο. Που βασίζεται λοιπόν το περίφημο «μοντέλο κοινωνικής ιεραρχίας» του λύκου, το οποίο ασπαζόμασταν επί τόσες δεκαετίες και το οποίο υποτίθεται έχει κληρονομήσει και ο σκύλος μας; Προφανώς σε λανθασμένα συμπεράσματα παρατήρησης αιχμάλωτων λύκων, αλλά ίσως και στη βαθύτερη ανάγκη της υπεροπτικής φύσης του ανθρώπου να ερμηνεύει ανθρωποκεντρικά και ανθρωπομορφικά. Αυτό όμως είναι άλλο θέμα.

Σημαντικές διαφορές λύκου – σκύλου:

– Οι ελεύθεροι λύκοι ζουν σε αγέλες συγγενικών/οικογενειακών δομών. Οι ελεύθεροι σκύλοι κατά 50% δεν οργανώνονται καν σε αγέλες και όταν αυτό γίνει οι δεσμοί είναι πολύ χαλαροί, μη συγγενικοί και προσωρινοί.

– Οι λύκοι είναι συνεργατικοί γονείς στην ανατροφή των μικρών τους. Οι σκύλοι όχι.

– Οι λύκοι είναι ξενοφοβικοί, δεν αποδέχονται ξένα άτομα του είδους τους, ούτε και το μύρισμα των γεννητικών τους οργάνων. Οι σκύλοι το αντίθετο.

– Οι λύκοι συνεργάζονται στο κυνήγι και εξασφάλιση τροφής. Οι σκύλοι όχι.

– Οι λύκοι την περίοδο του οίστρου αποτρέπουν άτομα του ίδιου φύλου από το ζευγάρωμα (κυρίως τα θηλυκά). Οι σκύλοι όχι.

– Οι λύκοι δεν παρουσιάζουν καμία κοινωνική γνωστική λειτουργία (Social Cognition) με τον άνθρωπο. Με άλλα λόγια καμία βαθύτερη επικοινωνιακή ικανότητα με τον άνθρωπο, ακόμα και αν εξημερωθούν. Οι σκύλοι υψηλή, που προσομοιάζει με εκείνη των ανθρώπινων μωρών.

Τελικά ποιος είναι ο σκύλος;

Σύμφωνα με τα πιο πάνω ο σκύλος είναι ένα αυτόνομο είδος που χρειάζεται τη δική του προσέγγιση. Το «ένας λύκος στο σαλόνι μας» που λεγόταν παλιά για τον σκύλο προφανώς δεν ισχύει πλέον. Λύκος και σκύλος ελάχιστη σχέση έχουν, αν έχουν. Άρα, ποιος είναι ο σκύλος;

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο σύγχρονος σκύλος είναι:

– 1/3 απομεινάρι του σαρκοφάγου θηλαστικού της οικογένειας των Κυνίδων από το οποίο προέρχεται και από το οποίο κρατάει κάποια χαρακτηριστικά (ικανότητα κυνηγιού-σύλληψης λείας και ικανότητα κοινωνικής συνύπαρξης-αλληλεπίδρασης)
– 1/3 αποτέλεσμα χιλιετιών εξημέρωσης, συνύπαρξης και εξάρτησης από το ανθρώπινο είδος, παράγοντες που έχουν επηρεάσει καθοριστικά την ιδιοσυγκρασιακή του σύσταση, τη συμπεριφορά και τη βαθύτερη επικοινωνία του με τον άνθρωπο.
– 1/3 φυλή. Με άλλα λόγια αποτέλεσμα της ανθρώπινης γενετικής χειραγώγησης, αλλά και των κλιματολογικών και άλλων συνθηκών που συνέβαλαν στη σταδιακή δημιουργία των διαφορετικών τύπων σκύλων. Αυτοί οι τύποι σταδιακά, με την επιλεκτική αναπαραγωγή διαμορφώθηκαν σε φυλές με εξωτερικά, αλλά και συμπεριφορικά χαρακτηριστικά, συχνά πολύ διαφορετικά μεταξύ τους.

Οι σύγχρονες προκλήσεις

Στο πιο πάνω «κράμα»πρέπει να προσθέσουμε την περιπλοκότητα της σύγχρονης ζωής του σκύλου. Το ζώο αυτό διαβιεί πλέον κατά 90% σε αστικά-ημιαστικά περιβάλλοντα με πολλές προκλήσεις (από το που θα ασκηθεί, έως το πως θα διαχειριστεί τους θορύβους ή τη πολυκοσμία) και σε στενή σχέση με τον σύγχρονο άνθρωπο, ένα περίπλοκο ον με πληθώρα ανασφαλειών, φοβιών, απαιτήσεων, εξαρτήσεων, ψυχολογικών μεταβολών και άλλα, τα οποία αντανακλούν στον σκύλο.

Θα τα καταφέρει ο σύγχρονος σκύλος να διατηρήσει την ψυχική του ισορροπία, κλεισμένος και μόνος για 10 ώρες κάθε ημέρα σε ένα διαμέρισμα, με δύο 10λεπτες βόλτες την ημέρα και λίγο χάδι το βράδυ στον καναπέ; Όταν όλοι στην οικογένεια τρέχουν και ασχολούνται με τα δικά τους; Και με το Facebook ή το YouTube να μην σημαίνουν τίποτα για αυτόν, ώστε να εμπλουτίσουν τη ζωή του;
Και αν δεν τα καταφέρει ο σκύλος, όπως είναι το αναμενόμενο, και διάφορα προβλήματα προκύψουν; Τι τον περιμένει; Έχουμε ως λαός την κυνοφιλική παιδεία ώστε να απευθυνθούμε σε έναν ειδικό; Αλλά και την οικονομική δυνατότητα πλέον γι’ αυτό; Και αν όχι, ποιες οι επιπτώσεις στο ζώο και τη σχέση μας μαζί του;

Το σύγχρονο μοντέλο εκπαίδευσης

– Ο σύγχρονος εκπαιδευτής σκύλων πρέπει να έχει, εκτός από τις αυτονόητες γνώσεις ψυχολογίας και συμπεριφοράς σκύλων, ικανοποιητικές γνώσεις ανθρώπινης ψυχολογίας-συμπεριφοράς, ώστε να «διεισδύσει» στην σχέση ανθρώπου-σκύλου (που συχνά είναι περίπλοκη, όπως π.χ. σε πολυμελείς οικογένειες), να διαπιστώσει τις παθογένειες και να δώσει τις απαραίτητες συμβουλές.

– Ο σύγχρονος εκπαιδευτής πρέπει να είναι αναλυτικός και διεισδυτικός στη σκέψη του, γιατί καμία περίπτωση δεν είναι ακριβώς ίδια με την άλλη. Ακόμα και αν οι σκύλοι μπορούν να τοποθετηθούν σε κάποια αναγνωρίσιμα «μοντέλα», δεν είναι το ίδιο με τους ανθρώπους με τους οποίους συμβιώνουν και αλληλεπιδρούν.

– Ο σύγχρονος εκπαιδευτής πρέπει να δουλεύει σε στενή σχέση με τους ιδιοκτήτες των σκύλων. Είναι αδύνατο να επέλθει το οποιοδήποτε ουσιαστικό αποτέλεσμα ή πρόοδος, χωρίς τη συμμετοχή των ιδιοκτητών. Όπως δεν αδυνατίζει ο διαιτολόγος για εμάς, δεν δίνει εξετάσεις γλώσσας ο καθηγητής για εμάς, δεν παίρνει το δίπλωμα οδήγησης ο δάσκαλος για εμάς, το ίδιο και με την εκπαίδευση σκύλων: δεν εκπαιδεύει τον σκύλο ο εκπαιδευτής! Ο εκπαιδευτής θα διδάξει στο κάθε μάθημα τις τεχνικές εκπαίδευσης και θα βοηθήσει να τις εφαρμόσουμε. Με άλλα λόγια θα μας εκπαιδεύσει βήμα – βήμα, ώστε εμείς να εκπαιδεύσουμε τον σκύλο μας. Γιατί απλά εμείς ζούμε με τον σκύλο, εμάς πρέπει να υπακούει, σε εμάς να αντιδρά και η δική μας σχέση μαζί του έχει σημασία. Και το σημαντικότερο δεν είναι καν η εκπαίδευση, αλλά η όλη σχέση μας με τον σκύλο. Συχνά αυτή η σχέση είναι προβληματική και χρειάζονται αλλαγές. Η νοοτροπία «Πάρε τον σκύλο και εκπαίδευσέ τον» ή «Έλα να μου τον εκπαιδεύσεις» ανήκει στο παρελθόν.

– Η εκπαίδευση βασικής υπακοής δεν είναι πανάκεια για να λύσει όλα τα προβλήματα (αν και συχνά «πωλείται» ως τέτοια, για ευνόητους λόγους). Στις περισσότερες περιπτώσεις, εκτός από τη βασική υπακοή (ή στη θέση της) χρειάζεται συμπεριφορική αγωγή. Συμβουλές δηλαδή που, εφόσον εφαρμοστούν, θα στοχεύσουν στα διάφορα προβλήματα συμβίωσης ή συμπεριφοράς. Οι νοοτροπίες τύπου «μου δάγκωσε το παιδί, έλα να μου το εκπαιδεύσεις» ή «ουρεί τους καναπέδες, εκπαίδευση χρειάζεται» ανήκουν στο παρελθόν. Ένα απλό παράδειγμα: ο σκύλος τραβάει το λουρί του στη βόλτα. Διάγνωση: ο σκύλος δεν ασκείται και δεν εκτονώνεται, άρα έχει συσσωρεμένη ενέργεια και γι’ αυτό τραβάει το λουρί του. Τι νόημα έχει να γίνει μόνο εκπαίδευση υπακοής ώστε να μην τραβάει το λουρί, αν δεν δοθεί επιπλέον συμβουλευτική αγωγή εκτόνωσης και άσκησης του ζώου;

– Ο σύγχρονος εκπαιδευτής διδάσκει σύγχρονες θετικές μεθόδους εκπαίδευσης. Αυτές έχουν αποδειχθεί εξίσου ή περισσότερο αποτελεσματικές από τις παλιές, χωρίς επιπλέον να δημιουργούν δυσάρεστα συναισθήματα άγχους ή φόβου στο ζώο. Απλό παράδειγμα: παλιότερα όταν ο σκύλος ανέβαινε στον καναπέ και δεν το θέλαμε μία συμβουλή ήταν να πιάσει κανείς το περιλαίμιο του και να τον κατεβάσει απότομα και δυναμικά. Ο καναπές πρέπει να ανήκει στον ανώτερο ιεραρχικά, στον αρχηγό, στον άνθρωπο. Η σύγχρονη προσέγγιση: κάθε φορά που καθόμαστε στον καναπέ προσφέρουμε μία νόστιμη λιχουδιά στον σκύλο μέσα στο κρεββάτι του στο πάτωμα. Έτσι το ζώο δημιουργεί θετικό συνειρμό με το κρεββάτι του και με το γεγονός ότι όταν εμείς καθόμαστε στον καναπέ, σε ένα άλλο σημείο (στο κρεββάτι του), κάτι καλύτερο συμβαίνει. Έχουμε επιτύχει το ίδιο αποτέλεσμα χωρίς προστριβές, χωρίς να χαλάσουμε τη σχέση μας, με θετικό τρόπο και θετικό συναίσθημα.

Σημείωση: με τον όρο «εκπαιδευτής» αναφέρομαι και στα δύο φύλα, άντρες εκπαιδευτές και γυναίκες εκπαιδεύτριες σκύλων.

Γιώργος Κωστόπουλος, Διπλωματούχος εκπαιδευτής σκύλων – Σύμβουλος συμπεριφοράς